Σκιούπι - Όνομα για καθωσπρέπει κλόουν

Πληροφορίες

  • Εκδοτικός Οίκος: εκδόσεις Καστανιώτη
  • ISBN: 960-03-1980-4
  • Χρονολογία έκδοσης: 1997
  • Σελίδες: 224
  • Εξώφυλλο: Λιάνα Δανεζάκη - Μακέτα: Αντώνης Αγγελάκης

Περίληψη

Ο Σκιούπι δεν είναι ένα παιδί συνηθισμένο. Γεννήθηκε κλόουν. Το μαρτυράει η αστεία κοψιά του και τ' όνομά του, που σημαίνει ροζωπό μήλο. Κι ο πατέρας του, ο Ιωνάθαν, κλόουν είναι, μα για το γιο του θέλει κάτι πιο σταθερό. Θέλει, ας πούμε, να γίνει κολόνα σ' ένα σπίτι. Το νήμα της ζωής του Σκιούπι ξετυλίγεται σε δυο πόλεις: την Αλεξάνδρεια και την Κέρκυρα. Η δασκάλα του η Λένα, η νταντά του η Ομελέτη, ο δάσκαλος της τρομπέτας -ο νέγρος Σόλο- ο θείος Πλάτων και η Φανούλα είναι τα πρόσωπα που αγάπησε. Γινόταν κλόουν και τους έκανε του κόσμου τ' αστεία, για να δει το χαμόγελο ν' αχνοχαράζει στα πρόσωπά τους. Μόνο που κάποτε χρειάστηκε κι εκείνος έναν κλόουν για να τον διασκεδάσει λιγάκι. Τον βρήκε;

Απόσπασμα από το βιβλίο

Έθαψαν τον Σόλο στον οικογενειακό τους τάφο.
Ο Σκιούπι κι η τρομπέτα δεν έπαψαν στιγμή να κλαίνε. Η αβυσσωμένη του ψυχή
συνόδεψε τον αγαπημένο του φίλο ως τα σύννεφα.
Δε θα λησμονήσει ποτέ τις ουράνιες φωνές των μελαψών γυναικών που έψαλαν στην εκκλησία τον αποχαιρετιστήριο ύμνο.
Αυτή την ώρα ο Σόλο συναντούσε τη μαμά του. Δεν περίμενε να ψηλώσει όσο ο φοίνικας για να φτάσει εκεί ψηλά. Βιάστηκε.
Μέσα σε λίγες μέρες όλα άλλαξαν. Ένιωθαν σαν να μην ήταν οι ίδιοι άνθρωποι. Ακόμα κι ο Νικόλας άλλαξε. Θαρρείς και σοβάρεψε ξαφνικά. Ο Σκιούπι έκανε προσπάθειες να τον παρασύρει και ν' αρχίσει ο φίλος τους ξανά να τον κοροϊδεύει και να τον φωνάζει καλικάντζαρο. Όμως εκείνος ήταν απρόθυμος. Σα να έκοψε το νήμα που τον έδενε με μια ανέμελη συμπεριφορά.
Μα και τ' άλλα παιδιά ήταν παγωμένα.
«Γιατί πολεμούν, δεσποινίς;» ρωτούσαν.
«Για ένα καλύτερο μέλλον, παιδιά», απαντούσε αμήχανα εκείνη.
Ο Σκιούπι όμως την ήξερε πλέον καλά. Ήταν η καινούρια του μαμά. Δεν πίστευε ότι τα όπλα φέρνουν το καλύτερο μέλλον. Τους έλεγε αυτό, γιατί δεν είχε κάτι άλλο πιο πειστικό και για κείνη την ίδια.
Ο Σκιούπι, από τότε που εκείνος ο στρατός κυρίεψε την πολιτεία του μαγικού του καλειδοσκοπίου, ένιωθε ακατανίκητη την επιθυμία ν' ανδρωθεί και να την πάρει πίσω. Ήταν δική του. Όμως η χαρακιά στον κορμό του φοίνικα γινόταν όλο και πιο βαθιά, γιατί ήταν πάντα στο ίδιο σημείο. Χάθηκε ο Σόλο, έλειπε και ο Αμί. Θα μπορούσαν οι τρεις τους να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να κάνουν έναν ισχυρό στρατό. Δυστυχώς έμαθε ότι τους πεθαμένους και τους χαμένους δεν μπορείς να τους γυρίσεις πίσω, απλώς ζεις με την ελπίδα ότι θα τους συναντήσεις ξανά. Κι επειδή η ελπίδα είναι όμορφο συναίσθημα, ο Σκιούπι έλπιζε ότι ο Αμί, αφού δε βρέθηκε ανάμεσα στους νεκρούς, θα γύριζε πάλι σε κείνον.