Vino Santo - Το κρασί του έρωτα

Πληροφορίες

  • Εκδοτικός Οίκος: εκδόσεις Καστανιώτη
  • ISBN: 978-960-03-5367-9
  • Χρονολογία έκδοσης: 2014
  • Σελίδες: 544

Περίληψη

O Aφεντάκης Πρωτόγερος είναι ο αδιαμφισβήτητος κρασοβασιλιάς, ο υμνητής της ρετσίνας. Aδηφάγος της ηδονής, ανοίγει το κονάκι του σε συμπόσια και άκρατες, μέχρι τελικής πτώσεως, κρασοκατανύξεις. Για να σβήνει την ακόρεστη ηδονική του δίψα, μετατρέπει το αρχοντικό του σ’ ένα ιδιότυπο χαρέμι, όπου τριγυρίζουν ψυχοκόρες τις οποίες φέρνει τάχατε να βοηθούν στις δουλειές τη γυναίκα του. Tην παντοδυναμία του Aφεντάκη και της ρετσίνας γκρεμίζει ο γιος του Aντρέας.

Aρώματα, γέλια, τραγούδια γάμων και πανηγυριών, ο λάγνος ήχος των φιλημάτων πίσω από τα φυλλώματα, ο συριγμός του μούστου στα βαρέλια ζυμώνονται μέσα του και δημιουργεί τον προσωπικό του οίνο με την ονομασία «Aμπελουργός». Kι όταν μπαίνει στη ζωή του η Kασταλία, η γυναίκα-σελήνη, η γυναίκα-οπτασία, δημιουργεί το δεύτερο κρασί με τ’ όνομά της. Aκολουθεί ο «Ίμερος», το κρασί του έρωτα και του πάθους, και τελευταίο το «Ποίημα», το πιο συγκλονιστικό, όπου εμπεριέχεται το όλον της ζωής, έως κι αυτός ο θάνατος και το πέρα απ’ αυτόν.

Απόσπασμα από το βιβλίο

«Στα μέσα του Ιουνίου άκουσε το φινάλε της μυστηριακής συμφωνίας του βαρελιού. Είχε περάσει όλη τη νύχτα εκεί κι όταν η αυγή άρχισε να ροδίζει, ένα μελωδικό σφύριγμα γέμισε την καρδιά του γαλήνη και τρυφεράδα. Κι έμεινε με το αυτί  κολλημένο στο βαρέλι, μέχρι που η μελωδία σίγασε αργά και άφησε την κορυφαία κρίσιμη νότα. Η γέννηση του «Αμπελουργού» είχε συντελεστεί. Αμέσως κάθε φόβος από την καρδιά του Αντρέα εξανεμίστηκε. Ένιωθε ότι είχε εξαντλήσει όλες του τις δυνάμεις, με κορυφαίο το πάθος της δημιουργίας. Γεμάτος αυτοπεποίθηση έβγαλε το βουλοκέρι και βίδωσε την κάνουλα. Πήρε το μαστραπά και αφού τον πρότεινε κάτω από το στόμιο, γύρισε τη στρόφιγγα. Το κρασί χύθηκε με ιλαρότητα, χωρίς κομπασμό και κατακτητική διάθεση όπως γινόταν με τη ρετσίνα του Αφεντάκη. Αυτή τη ροή ο Αντρέας την εξέλαβε ως διστακτικότητα, μα πριν τον προλάβει η απογοήτευση, ένα πλήθος ευώδη μπουκέτα γέμισαν το κελλάρι. Ο Αντρέας ένιωσε να ζει μια παραίσθηση. Το άρωμα του κρασιού τον συνεπήρε. Είχε την αίσθηση ότι βρισκόταν στο δρόμο προς τη Μονή των Βράχων, αχνοχάραμα του Απρίλη, όταν η αυγινή άχνα τον τύλιξε με όλα τ’ αρώματα και τις αύρες του τόπου. Η καρδιά του χοροπήδησε.

Επειδή στην κανάβα το φως έμπαινε λειψό από τους μικρούς φεγγίτες, βγήκε στη μέρα και στον ήλιο για να περιεργαστεί το χρώμα. Γύρισε το διάφανο μαστραπά ώρα μέσα στους χειμάρρους των ηλιαχτίδων, που σαΐτιζαν τις ολόχρυσες διάφανες φυσαλίδες του κρασιού φανερώνοντας το σπινθηροβόλο πνεύμα του. Κι έπειτα με οίστρο ο Αντρέας έκρουσε το γυαλί της κανάτας και πλησίασε το αυτί στο στόμιό της. Χιλιάδες τρίλιες πουλιών ήχησαν στ’ αυτιά του κι άλλα τόσα γέλια κοριτσιών, με κορυφαίο ανάμεσά τους το γέλιο της Σέβας, ολοκάθαρο, κρυσταλλένιο, κυριαρχικό.

Κι έφτασε η ώρα της δοκιμής. Ο Αντρέας κράτησε τη γουλιά ώρα πολλή στο στόμα του μέχρι να την καταπιεί. Έπειτα δοκίμασε ξανά και ξανά, μέχρι να βγει ο αναστεναγμός της απόλυτης ικανοποίησης από την ψυχή του. Ο συνταιριασμός από τα φρούτα του περιβολιού τους και των λουλουδιών ήταν αρμονικός. Του μίλησε στην αρχή στοργικά, μέχρι να ορμήσει και να κυριεύσει τις αισθήσεις του. Ο «Αμπελουργός» ήταν όλο το μικρό του σύμπαν.»

Κριτικές

"Όσες μέρες κράτησε η ανάγνωση, στη μύτη μου είχα αιθαλικές ομίχλες, το φρέσκο άρωμα των πράσινων φύλλων του αμπελιού, τη γλυκιά μέθη του μούστου και, βέβαια, μια έντονη επιθυμία για κρασί. Ένα βιβλίο ύμνος στην οινική μυθολογία, μια απευθείας σύνδεση με τον Διόνυσο."
Ελένη Ψυχούλη, MARIE CLAIRE

"Τούτο εδώ το βιβλίο μυρίζει κρασί από μακριά. Η Ελένη Πριοβόλου έχει ωραία γραφή, ταξιδιάρικη και νοσταλγική."
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 31-5-2006, Νικολέτα Μακρυωνίτου

"Στις 560 σελίδες του βιβλίου, και σε άπταιστα ελληνικά που λες και αναδύονται μέσα από τον πλούτο της γλώσσας μας όπως τα αρώματα μέσα από την οινική δημιουργία που περιγράφεται στο βιβλίο (χρόνια είχα να διαβάσω τόσο σπάνιες για τις μέρες μας λέξεις) αναδεικνύονται με πολλές λεπτομέρειες οι μέρες και νύχτες του άρχοντα Αφεντάκη."
Πάνος Καπώνης, Περιοδικό Δέκατα, 2007