Τρίτη, 03 Ιανουαρίου 2017 13:02

Μετά Φόβου - Παρουσίαση στο Αγρίνιο

Πριν ξεκινήσω να μοιραστώ μαζί σας τη δική μου άποψη, τη δική μου ''ανάγνωση'' για το νέο βιβλίο της Ελένης Πριοβόλου, θα ήθελα να σας πω ότι η θέση μου σε αυτό το βήμα απόψε προκύπτει από μια ιδιότητα και μόνο, αυτή του αναγνώστη και του πιστού παρακολουθητή της συγγραφέως (φαν με τη σύγχρονη ορολογία).

«Mετά φόβου». Το όγδοο μυθιστόρημα της Ελένης Πριοβόλου. Το πρώτο με τόπο την Αιτωλία και Ακαρνανία, τον γενέθλιο τόπο της.

Η ώρα του νόστου λοιπόν έφτασε για την Ελένη.

Ωρίμασε μέσα της η ανάγκη της επιστροφής στα πάτρια και απαλλαγμένη, αποφορτισμένη από το βάρος των συναισθηματικών ανασφαλειών που προκαλεί η ψηλάφηση, το '''ένδον σκάπτε'' στον κόσμο των προσωπικών βιωμάτων, στα συναισθήματα, στα πρόσωπα και στις φιγούρες της παιδικής και εφηβικής ηλικίας, έρχεται απελευθερωμένη και ''έτοιμη σαν από καιρό'', μέσα από την πένα της να σκιαγραφήσει τον ''κόσμο'' που μας μεγάλωσε, τον κόσμο της Αιτωλ/νίας και να μοιραστεί μαζί μας '' τα νάματα και τα θάματα της αιτωλικής γης'' που την και μας ανέθρεψε.

Και ταυτόχρονα με ένα μοναδικό τρόπο να μιλήσει εκ μέρους των περισσότερων γυναικών που μεγάλωσε και ταυτόχρονα ''άνδρωσε΄΄ τούτος ο δύσκολος και συνάμα ευλογημένος τόπος.

'Εμαθαν να ζουν βουβές και ατάραχες στη συνήθεια των καημών. Τις βούβανε ο σκληρός πατέρας και ο ακόμα σκληρότερος άντρας (σελ.18).

Σπουδαία τιμή μετά από πολλά χρόνια ο γενέθλιος τόπος μας να επανατοποθετείται στη λογοτεχνία. Νομίζω μετά από πολλά- πολλά χρόνια. Από τον «Πύργο του Ακροπόταμου» του Κωσταντίνου Χατζόπουλου, που εκδόθηκε το 1915, με το χρόνο της ιστορίας στο «Μετά φόβου» να ξεκινά το 1916. Σαν να παραλαμβάνει τη σκυτάλη...

Προσωπικά νιώθω ιδιαίτερα ευτυχής και ευγνώμων γι’ αυτό. Για τον Άσπρο (τον Αχελώο), τα Ακαρνανικά όρη, την Κυρα- Βγένα, τον Αράκυνθο, τον Αη- Βλάση, τη δική μου Χούνη, το Μεσολόγγι, το Αιτωλικό, τις Εχινάδες νήσους, την πελάδα στις εκβολές του Αχελώου, την πολίχνη των αγγέλων, το Αγγελόκαστρο και το Βραχώρι που πρωταγωνιστούν στο μυθιστόρημα και ορίζουν το λογοτεχνικό του τόπο, ακολουθώντας τις συνισταμένες όχι μόνον της γεωγραφίας του αλλά και της οικονομίας του. Το βασικό προϊόν της περιοχής μας, τον καπνό ιδιαίτερα που όρισε τη ζωή πολλών γενεών στα μέρη μας.

Ευτυχής που αυτή η παρουσίαση ήταν η αφορμή να επιβεβαιώσω ως αναγνώστρια πόσο βαθιά πολιτικό άτομο παραμένει η Ελένη Πριοβόλου. Και με τα άλλα της μυθιστορήματα αλλά πολύ περισσότερο με αυτό. Πολιτικές επιστήμες σπούδασε εξάλλου η Ελένη, και αυτή τη φερνή δεν φαίνεται να την εγκατέλειψε ποτέ. Γιατί το λέω αυτό; Γιατί η Ελένη με αφορμή ιστορικά γεγονότα του πρώτου μισού του 20ου, αποτυπωμένα στη μνήμη στα άτομα και της δικής μου γενιάς, επαναδιατάσσει μέσα από τις ζωές των ηρώων της τις δικές μας βεβαιότητες για πολιτικούς και πολιτικές που το πέρασμα του χρόνου (σε μια χώρα που η ιστορία ποτέ δεν υπήρξε μάθημα- αφορμή ιστορικής συνειδητοποίησης και παιδείας) μετέτρεψε σε μύθους.

Έχω την αίσθηση ότι σε τούτο το βιβλίο, η πολιτική ανάγνωση, η ερμηνεία των γεγονότων μέσα από τα μάτια της Ελένης, μέσα από το πλήρωμα του χρόνου ίσως, είναι πιο ψύχραιμη από ποτέ. Το ''αφοριστικό κοίταγμα'' των πολιτικών εξελίξεων, η κριτική των πολιτικών προσώπων, αλλά και η αποτύπωση των πολιτικών χαρακτηριστικών των απλών ανθρώπων-χαρακτήρων του βιβλίου, ειδομένων μέσα από το συναισθηματικό βάρος της προσωπικής πολιτικής τοποθέτησης της συγγραφέως έχει αφεθεί στη σκόνη του χρόνου.

Πολιτικά ώριμη πια η συγγραφέας (άλλωστε οι τρέχουσες συγκυρίες είναι καθοριστικές και καταλυτικές σε αυτό) , καταγράφει και περιγράφει τα ιστορικά γεγονότα όχι μονοδιάστατα, αλλά καθορισμένη από τη συνεχή και άοκνη έρευνα της στις πηγές και στη βαθύτερη τεκμηριωμένη γνώση των ιστορικών γεγονότων.

Η Ελένη ξεκινά την ιστορία της από το 1916 από την εποχή που η διαμάχη Βενιζελικών- Βασιλικών οριστικοποιείται και εστιάζει στα μείζονα, στο πόσο πολύ οι λαϊκές διαμάχες και οι εμφύλιοι διχασμοί σ’ αυτόν τον τόπο είναι ευεπίφοροι. Καλλιεργούνται, ανθίζουν, διαρκούν, μετατρέπουν τους ευτυχείς της μιας παρατάξεως όταν είναι στην εξουσία σε δυστυχείς στην αλλαγή κυβερνήσεως και τανάπαλιν. Ένας λαός διαρκώς διχοτομημένος, σε όλα τα ηλικιακά φάσματα ακόμη και στους ηλικιωμένους, ακόμη και στις γριές- φρουρούς της ηθικής στο Κάστρο.

Μήπως σήμερα δεν βιώνουμε το ίδιο; διχοτομημένοι σε νέου είδους σύγχρονα διλλήματα μνημονιακοί-αντιμνημονιακοί και τη χώρα μας πάλι υπό εποπτεία;

Διαρκής πολιτική διαμάχη μέχρι την εμπέδωση του Βενιζέλου και τη Συνθήκη των Σερβών σε μια χώρα-προτεκτοράτο, και μάλιστα διχασμένο προτεκτοράτο στην αρχή της ιστορίας με τους γάλλους να κάνουν κουμάντο με τον Βενιζέλο στη βόρεια Ελλάδα, και τους βασιλικούς να ακούν σε άλλους αφεντάδες στην κάτω. Με τον Βενιζέλο να χάνει τις εκλογές και το μέτωπο στη Μικρασία να καταρρέει, με τις συνεχείς αλλαγές κυβερνήσεων και τον «προοδευτικό» Βενιζέλο να ψηφίζει το ιδιώνυμο, όταν την τρίτη δεκαετία του 20ου αι. ο καινούριος εχθρός του έθνους, οι σοσιαλιστικές ιδέες είχαν πλέον γενικευθεί.

Με τις επιτροπές λογοκρισίες και τις πρώτες διώξεις στα ξερονήσια, που πολύ καλά γνώρισαν οι πρώτοι ιδεολόγοι όπως ο σύζυγος της κεντρικής ηρωϊδας, της Αρίστης, Ερμής, που το βασικό του στίγμα στη λογοτεχνική του φαμίλια ήταν οι συνεχείς του απουσίες. Πολιτικό χαρακτηριστικό πολλών οικογενειών αυτό και στην Αιτωλοακαρνανία, παρόλο που οι εποχές επιβραβεύουν τη λήθη, κι ας μην ξεχνάμε ότι από έναν βραχωρίτη, τον προαναφερθέντα Κωσταντίνο Χατζόπουλο ξεκίνησε η πορεία των σοσιαλιστικών ιδεών στη χώρα. Με τον ίδιο να λειτουργεί όχι μόνον ως μεταφραστής έργων του Μαρξ αλλά και να πρωτοστατεί στους αγώνες για τη δημιουργία των πρώτων σοσιαλιστικών εργατικών σωματείων.

Λογοτεχνική και πολιτική αποτύπωση της Αιτωλίας και Ακαρνανίας στον άξονα της ιστορίας από το 1916 και έως το τέλος του Β’ Παγκόσμιου πολέμου, είναι οι πρώτες μας παρατηρήσεις για το «Μετά φόβου».

Γιατί «Μετά φόβου» όμως; Γιατί επιλέγει η συγγραφέας ένα δίδυμο λέξεων που προέρχεται από μια κορυφαία στιγμή της ορθόδοξης παράδοσης, την τελετουργία της μεταλήψεως, την οποία παράδοση όμως, ως συντηρητική και αποστεωμένη ενίοτε, η ίδια, εμμέσως ή αμέσως για όσους έχουν παρακολουθήσει τον δημόσιο λόγο της, συνήθως ξορκίζει;

Το δίδυμο των λέξεων «Μετά φόβου» στο μυθιστόρημα εξηγείται όταν η συγγραφέας αναφέρεται στην ολοκλήρωση του έρωτα με την ένωση των δυο σωμάτων (σελ.667) σε ένα, της ηρωϊδας της Αρίστης με τον αγαπημένο της Διονύση, ως είσοδος του Διονύση στα «άχραντα μυστήρια» του ερωτευμένου κορμιού της Αρίστης. Μετά φόβου λοιπόν, σεβασμού προς τον έρωτα, τον μοναδικό «φόβο» που ίσως αξίζει για την είσοδο στα «άχραντα μυστήρια»;

Εξάλλου αν το «Μετά φόβου» του τίτλου επιχειρήσουμε να το εκλάβουμε κυριολεκτικά, τότε μάλλον θα διαπιστώσουμε στον τίτλο μια βασική αντίφαση και με το εισαγωγικό αλλά και τρία motto που επιστέφουν τα τρία μέρη του μυθιστορήματος και με όλη τους την ένταση τον ξορκίζουν.

Το πρώτο που μας εισάγει συνολικά στο μυθιστόρημα το υπογράφει η ίδια και είναι το ακόλουθο:

«Εν αρχή ην ο φόβος/και ο φόβος εγέννησε το Θεό/ και ο Θεός από τον φόβο της Παντοδύναμης μοναξιάς του εγέννησε τον άνθρωπο/ για να τον σκλαβώσει στον ίδιο του το φόβο».

Το δεύτερο που ανοίγει το πρώτο μέρος είναι από τις «Ευμενίδες» του Αισχύλου και προτρέπει: «Μέμνησο, μη φόβος σε νικάτω φρένας», το δεύτερο που ανοίγει το δεύτερο μέρος είναι του Μανόλη Αναγνωστάκη: «Η αγάπη είναι ο φόβος που μας ενώνει με τους άλλους» και το τρίτο στο τρίτο μέρος είναι του Γιάννη Ρίτσου: «Μην τους φοβάσαι! Στο φόβο σου ποντάρουν».

Έχει σχέση τώρα το μυθιστόρημα με το φόβο, τι είδους είναι αυτός ο φόβος και πώς ακριβώς η έννοια του φόβου συνδέεται με τις ζωές των ηρώων του;

Είναι κατ’ αρχάς ο κοινωνικός φόβος, αυτός που κυριαρχούσε στις μικρές κοινωνίες και αφορούσε στην τήρηση των άγραφων κωδίκων ηθικής και τιμής τους, οι οποίοι έπρεπε να παραμείνουν απαραβίαστοι. Είναι οι κώδικες τιμής των προβιομηχανικών κοινωνιών, των παραδοσιακών κοινωνιών, των εκτός άστεων περιοχών που κανοναρχούσαν τις ζωές των ανθρώπων τους και διαιωνίζονταν αξιοποιώντας και το φόβο. Έναν φόβο που γνώρισαν ιδιαίτερα καλά οι γυναίκες, έναν φόβο που όριζε επί αιώνες το κλείσιμό τους οίκοι και στα του οίκου τους.

Φόβο στηριγμένο σε μια σειρά κανόνες ότι οι γυναίκες δεν μορφώνονται και δεν έχουν το κυριότερο δικό τους λόγο, αλλά μόνο υπακούν στη γιαγιά πρωταρχικά και στον πατέρα στη συνέχεια. Φόβο που ξεριζώνει η Αρίστη, η πρωταγωνίστρια του «Μετά φόβου», σε σύγκρουση με τη γιαγιά Λιάδα αλλά και την παράδοση της μικρής πολίχνης των Αγγέλων. Φόβο, η απελευθέρωση από τον οποίο προκύπτει μέσα από μια σειρά μικρών μεν αλλά συνεχών παραβιάσεων όσων ως απαγορεύσεις συνιστούν τις διάφορες κανονικότητες. Από την ανάγνωση της απαγορευμένης «Πάπισσας Ιωάννας» του Ροϊδη μέχρι τις εξόδους σε κάμπους και λαγκάδια με νεράιδες, ξωτικά, αντίλαλους και διαβολόδεντρα που αποστρέφονται από φόβο οι άνθρωποι και πολύ περισσότερο οι γυναίκες, μέχρι τη διευθέτηση των ζωών των ανθρώπων με πρόταγμα «να μη τους βγει το όνομα», φυσικά από τις κουσκουσάρες, και όχι μόνον γραίες, τις βάβες και από τους θαμώνες των καφενείων άνδρες. Απαγορεύσεις και κανόνες και φόβοι «μη μας βγει το όνομα» που λίγο πολύ ή ζήσαμε ή γνωρίσαμε πολύ καλά ως γυναίκες στην Αιτωλία και Ακαρνανία, φυσικά πολύ πολύ περισσότερο οι παλιότερες, οι γυναίκες του Ακροπόταμου.

Ο φόβος λοιπόν αρχετυπικός στη ζωή των γυναικών του μυθιστορήματος, στη ζωή των βαβών, αλλά και της Χαρίκλειας και της Διαλεκτής, που διαρρηγνύει όμως η δασκάλα και μαθήτρια του Αλέξανδρου Δελμούζου Αρίστη, η κεντρική πρωταγωνίστρια. Μια γυναίκα που αρνείται κάθε τύπο και ορίζει τον εαυτό της, εκκινώντας και από την ισορροπία που αντλεί από το επάγγελμά της.

Φόβος και προς κάθε εν γένει κοινωνική αλλαγή που δεν είναι οικεία και αίρει τα στερεότυπα, όπως το σχολείο για τους εργάτες στον τύπο του εισηγητή του ουτοπικού σοσιαλισμού Όουεν που ετοίμαζε ο Θωμάς Αρχοντής, φόβος που υπηρετείται από κάθε είδους φρουρούς της ηθικής όπως η περίφημη «θεούσα» δασκάλα Ασπασία Αρχοντή. Φόβος ως εργαλείο υποταγής και διαιώνισης των μηχανισμών εξουσίας.

Ένα φόβο που κουβαλήσαμε συνειδητά ή ασυνείδητα οι περισσότερες γυναίκες της Αιτωλικής γης, μέχρι και τη δική μας γενιά τουλάχιστον.

Φόβος τροχοπέδη, αναστολέας στη ζωή των προγιαγιάδων μας, των γιαγιάδων μας, των μανάδων μας, ακόμη και των δικών μας. Και συνάμα φόβος αφετηρία, καταλύτης ,κινητήριος δύναμη για αλλαγές και σύγκρουση με την καθεστηκυία νοοτροπία.
Γι αυτό στα πρόσωπα των ηρωίδων τούτου του βιβλίου ξανασυνάντησα συγκινημένη, όπως και σεις θα συναντήσετε σίγουρα αν το διαβάσετε, κομμάτι των δικών μου αναμνήσεων και βιωμάτων.

Την εμβληματική μητριαρχική φιγούρα της γιαγιάς μου Ξανθής στο πρόσωπο της Λιάδας. Χήρα με πολλά παιδιά ,με την ευθύνη της ανατροφής τους να βαραίνει τους νεανικούς ώμους της στα δύσκολα χρόνια του εμφυλίου πολέμου, με σύζυγο εκτελεσθέντα από τους αντάρτες .Και όμως όλες οι διηγήσεις της τρυφερές, χωρίς υποψία διχαστικού λόγου, απλόχερη πάντα συναισθημάτων και αγαθών.

Και στα πρόσωπα της Αρσινόης αλλά κυρίως της Αρίστης ανταμώθηκα με τη μητέρα μου. Την απωθημένη ανάγκη της να σπουδάσει δασκάλα και την ιερή της υποχρέωση να αναθρέψει τρείς κόρες-γυναίκες που να μην εξαρτώνται ''από κανένα άντρα''.

Άγιο δισκοπότηρο η μόρφωση στα παιδικά μας χρόνια και σκοπός ζωής οι σπουδές- εφαλτήριο για την χειραφέτηση και την ανεξαρτητοποίηση μας. Βάρος που υπερασπίστηκε μόνη της οικονομικά και κοινωνικά, ξοδεύοντας χρόνια και ικμάδα στα καπνοχώραφα του Αγρινιώτικου κάμπου. Τεράστια η οφειλή μας στο πρόσωπο της, γιατί αποτίναξε από τις δικές μας ζωές , το πέπλο του φόβου των ηρωίδων του βιβλίου.

Κλείνοντας αυτό πού μας απομένει είναι «Μετά φόβου», με σεβασμό δηλαδή να αποτείνουμε τη βαθιά ευγνωμοσύνη μας στη συγγραφέα Ελένη Πριοβόλου γι’ αυτή την τόσο συγκλονιστική αποτύπωση της πατρώας γης, για την επιστροφή της στα χώματα μας, για το υπέροχο ταξίδι, τις μνήμες και τα συναισθήματα των χρόνων της αθωότητας μας και κυρίως για το γεγονός ότι μας βοήθησε να επαναμετρήσουμε το φόβο μας ,ώστε να μπορέσουμε πια ΝΑ ΤΟΝ ΑΦΗΣΟΥΜΕ ΠΙΣΩ ΜΑΣ.

Ελένη σε ευχαριστούμε...

 

Ντίνα Κατσαρή

Η παρουσίαση έγινε στο βιβλιοπωλείο Βιβλιοτρόπιο στο Αγρίνιο