Τρίτη, 06 Φεβρουαρίου 2018 10:34

Χρυσά Λούπινα της Λίνας Σόρογκα

Το βιβλίο αποπνέει μια αύρα χοϊκή, ανάσα Ελληνικής επαρχίας, αλλά και κοσμοπολίτικη, αφού μεγάλο μέρος της ιστορίας του εξελίσσεται στη Γαλλία των πολιτιστικών οσμώσεων και ιδεών. Θα ονόμαζα τα Χρυσά Λούπινα ένα βιβλίο γεγονότων και καταστάσεων αλλά και επιπτώσεων των γεγονότων στις ζωές των ανθρώπων.

 

Η μυθιστορία ξεκινάει από την Πράγα του χιονιού και του παραμυθιού, ως ένα έξοχο κινηματογραφικό σκηνικό, όπου ο πρωταγωνιστής της ιστορίας Δημοσθένης Δοξαράς κάνει την ατομική του αλλά και συλλογική συνάμα αποτίμηση.

Ήρωας ένας άντρας , μοναχικός συγγραφέας και φοβικός, αν και φτασμένος, με συνάφειες στην υψηλή κοινωνία και σε καλή οικονομική κατάσταση. Έτσι συστήνεται ο ίδιος.

«Είμαι ένα δέντρο που δεν πιέζει τους καρπούς του να βγάζουν πάντοτε χυμούς, περιμένει τη φύση να κάνει τον κύκλο της, στέκεται αγέρωχο στις μπόρες, δε φοβάται τις ξηρασίες του καλοκαιριού, ούτε τον πάγο του χειμώνα, είναι αφάνταστα υπομονετικό και γαλήνιο».

Συνειδητά η ασυνείδητα η συγγραφέας, παρουσιάζοντας τον ψυχισμό του ήρωα της, παρουσιάζει συνάμα και την ψυχή του τόπου του. Την ψυχή της Μάνης. Γιατί έτσι είναι η Μάνη. Άφοβη, σκληρή και υπομονετική.

Εκεί ο ήρωας γεννήθηκε και μεγάλωσε, μέσα στην αγκαλιά μιας γης σκληρής με ανθρώπους σκληροτράχηλους που καμάτευαν τη γη τους με καρτερία και σύνεση.

Μεγάλο μέρος του βιβλίου διατρέχει ένας σπουδαίος λαϊκός πολιτισμός, σαν ιεροτελεστία ζωής, ανάμεσα στα χωράφια, τα κονάκια. την εκκλησία. Ένας κύκλος μιας αρχέγονης παράδοσης που διασώθηκε περνώντας μέσα από τις συμπληγάδες των διαφόρων κατακτήσεων και κατοχών. Πάντα ο τόπος είναι περικυκλωμένος από ποικιλώνυμους φόβους, αλλά μέσα στον κύκλο των φόβων αυτό που εξελίσσεται ονομάζεται ζωή. Ο φόβος του αφέντη πατέρα, της κλειστής κοινωνίας -με το καταπιεστικό εθιμικό δίκαιο ανώτερο από κάθε νόμο- και ο φόβος του κατακτητή κυρίαρχος των υπολοίπων φόβων.

Ήρεμος αφηγηματικός λόγος, ακόμα και στα σημεία που τα γεγονότα είναι από μόνα τους σπαρακτικά.

Κατοχή. Απρίλης 1942. Ο ήρωας μέσα στο σπαρτάρισμα της έφηβης νιότης γίνεται βουβός μάρτυρας του βιασμού της μάνας από τους κατακτητές και τους συνεργάτες τους. Δεν μπορεί να επέμβει υπακούοντας στη διαταγή του πατέρα που ήταν νόμος απαράβατος. «Αν κάνετε καμιά κουτουράδα χωρίς να με ρωτήσετε πρώτα, ό, τι και να έχει γίνει, παρών ή απών, θα σας αφανίσω από προσώπου γης.»

Έτσι μέσα στην ενοχή το αγόρι επειδή δεν μπόρεσε να υπερασπιστεί τη μάνα του θεωρεί πως έχει ντροπιάσει το αντρικό φύλλο και αυτοτραυματίζεται στα γεννητικά του όργανα.

Όμως η ζωή έχει μια έλξη που τραβάει τον άνθρωπο. Έτσι η οικογένεια για να λησμονήσει τους καημούς της πατρίδας χύνονταν στα χωράφια, όπου η φύση ελεύθερη τους υποδέχονταν. Γιατί η φύση έχει τους δικούς της νόμους και τη δική της λογική.

Στο υφάδι της γραφής, μπλέκονται περίτεχνα μύθοι και παραμύθια, τα άσματα, τα μοιρολόγια και οι ψαλμοί, γητειές αρχέγονες, που μπολιάζουν το νου και την ψυχή του Δημοσθένη, αυτού του οιονεί συγγραφέα, τόσο διαφορετικού στην έκφραση από τους άλλους νέους της ηλικίας του. Που δεν τον συγκινούσαν το κρυφτό και το στάκαμαν αλλά οι λέξεις, είτε του αφηγηματικού λόγου, είτε των αναγνωσμάτων. Και αυτές οι λέξεις γίνονταν το προζύμι της προσωπικής του λογοτεχνικής αλχημείας.

Αναγνωρίζει τη διαφορετικότητα του. Καταλαβαίνει πως νοιώθει εγκλωβισμένος μέσα στο στερεότυπο, αλλά οι επαναστάσεις του δεν ξεπερνούσαν τα όρια του εφικτού και του ανεκτού, κυρίως από τον πατέρα, τον αντάρτη αλλά σκληρό πολύ, άτεγκτο αλλά και με μια ιδιότυπη τρυφερότητα στο βάθος της ψυχής του.

Μέσα στο βιβλίο γράφεται ο ρόλος της γυναίκας μέσα στην ανδροκρατούμενη αυτή κοινωνία. Λιτές, σιωπηλές, υπάκουες οι γυναίκες δεν δείχνουν καμιά τάση εξέγερσης. Ανάμεσα σε αυτές η Χιονία, η αδελφή του Δημοσθένη- που ο πατέρας της υπερηφανεύεται πως την μεγάλωσε σαν άντρα. Γιατί ήθελε μόνο αγόρια στην οικογένεια. Παιδιά όπως τα έλεγε. Να δουλεύουν στα κτήματα, να παλεύουν για τα δίκια της οικογένειας και για την πατρίδα.

Παντού μπροστάρισα. Μια κορυφαία χορού σε αρχαία τραγωδία. Σεμνή, ταπεινή, γλυκομίλητη, κρύβει μέσα της δύναμη ηφαιστειακή, που εκδηλώνεται όταν σαν Επονίτισσα, συμμετέχει στον αγώνα για τη λευτεριά. Ένας αγώνας και εναντίον των γερμανών, αλλά και εναντίον των συνεργατών τους, που τόσο κακό προξένησαν στον τόπο.

Αμαζόνα που πολεμάει προς όλες τις κατευθύνσεις και ερωτεύεται με πάθος γιατί ο έρωτας και ο πόλεμος πάνε αντάμα. Κάνει συνένοχο και συμμέτοχο τον αδελφό της, που νιώθει τη Χιονία άλλοτε σαν σκληρή πολεμίστρια και άλλοτε σαν ευαίσθητη και ευάλωτη κοπέλα που οφείλει να την προστατέψει.

Τα γεγονότα της κατοχής επηρεάζουν βαθιά τον δημιουργό Δημοσθένη. Ο βιασμός της μάνας, ο τουφεκισμός των γυναικών μέσα σε ένα εκκλησάκι, ο έρωτας της αδελφής-θεωρούσε πια βάτεμα την ερωτική πράξη- οι σφαγές, οι εμπρησμοί, το μακελειό, συνετέλεσαν στο πρωτόπλαστο λογοτεχνικό του ιδεώδες.

Και έρχεται η απελευθέρωση, άλλος τρομακτικός πόλεμος ο εμφύλιος και ύστερα η νέα εποχή. Η εποχή της UNRA και του σχεδίου Μάρσαλ. Η εποχή της ερήμωσης της υπαίθρου και η διόγκωση της αστυφιλίας. Η Αθήνα της δυσκολίας της μιζέριας, των λαϊκών θεαμάτων και του γύρω του θανάτου. Τα όνειρα κοντόθωρα. Τα αγόρια να σπουδάσουν για να ξεφύγουν από τη σκληρή αγροτική ζωή και τα κορίτσια να καλοπαντρευτούν.

Και έπειτα η δεκαετία των κινημάτων. Της πολιτισμικής έκρηξης και της όσμωσης διαφόρων στοιχείων. Υπαρξιστές, μπητ, σίξτις, μια πολιτισμική αναγέννηση της χώρας, με επηρεασμούς από τα ξένα κινήματα, την αμερικάνικη μουσική, το ροκ, αλλά και τη μελοποιημένη ποίηση από τους μεγάλους συνθέτες. Οι Λαμπράκηδες και η ΕΔΑ.

Ο Δημοσθένης τα ζει και τα βιώνει. Αναπότρεπτα αριστερός, Πάντα στο μυαλό του έχει τον ουτοπικό τον φαντασιακό άνθρωπο. Θεωρεί τους αριστερούς ως τους καλύτερους ανθρώπους. Εντάσσεται στην ΕΔΑ

Επιστέφει στην γενέτειρα παιδαγωγός με όραμα για άλλη παιδεία, διαφορετική. Γιατί αλλιώς όλα τα έχει στο μυαλό και στην ψυχή του ο Δημοσθένης. Οραματικά. Ουτοπικά. Μια ουτοπία όμως που καταφέρνει να την πραγματώσει με την ίδρυση ενός άλλου σχολείου, αλλά συνάμα εγκλωβίζεται σε έναν γάμο όπου βρέθηκε σχεδόν ερήμην του.

Λογάριαζε πάντα χωρίς τον περίγυρο και φυσικά χωρίς το πολιτικό σύστημα. Αυτόν τον απαίσιο Λεβιάθαν που καταπίνει κάθε τι όταν νιώθει ότι απειλείται .

Αλλά ο Δημοσθένης έχει τα φόντα. Διαθέτει Παιδεία. Μέσα από αυτή αντιμάχεται το καθεστώς, και δε διστάζει να γκρεμίσει ό, τι έχτισε, ακόμα και την οικογένειά του , όταν αισθάνεται πως είναι μέρος αυτού του τρομακτικού θεριού της υποταγής και της ανελευθερίας.
Η εξέλιξή του αναπότρεπτη με τις συγκυρίες να του ανοίγουν τους δρόμους σαν μια νομοτέλεια. Και η Γαλλία της κουλτούρας, του φωτός και των επαναστάσεων του ανοίγει τα φτερά για την καταξίωση.

Και τα λούπινα παντού. Χρυσά. Πιστά της γης που τα παράγει. Κάποια έχουν δηλητήριο. Καιροφυλακτούν να εκδικηθούν σαν το μανιάτικο αίμα.

Τα χρυσά λούπινα αποτελεί ένα πανόραμα ιστορίας και της επίπτωσης αυτής στις ανθρώπινες ζωές. Ένα βιβλίο σκότους και φωτός εναλλάξ.

 

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Οδός Πανός, Τεύχος 178