Δευτέρα, 05 Φεβρουαρίου 2024 12:37

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Στον χώρο του «πουθενά», γράφει η Διώνη Δημητριάδου

«Μαμά, με “Εκείνους”, που γίνονται εμείς, ανακαλύπτω τον εαυτό μου. Αυτό συμβαίνει και όταν σου μιλώ και σου μεταφέρω τις ιστορίες τους. Όταν μιλώ με τον Νιζάμ, είναι σαν να πιάνω κουβέντα με την ψυχή μου. Μαμά. Τα αδέλφια μου μου ρίχνουν κάθε μέρα ανάθεμα που παντρεύτηκα έναν άνθρωπο από το πουθενά. Όμως σε αυτό το πουθενά συναντηθήκαμε. Πέταξε εκείνος, πέταξα εγώ, και βρεθήκαμε πάνω στο δέντρο με τις φωλιές». (σ.137).

Διαβάζοντας το πρόσφατο μυθιστόρημα της Ελένης Πριοβόλου, έχω την αίσθηση πως μέσα σε ένα μικρό «σώμα» μυθοπλασίας κατόρθωσε να εγκιβωτίσει κάτι πολύ περισσότερο από μια επινοημένη ιστορία – είδος που άλλωστε γνωρίζει καλά τόσο από τις ιστορίες της για τα παιδιά και τους εφήβους όσο και από τη σημαντική της ενασχόληση με τη μεγάλη αφήγηση, το μυθιστόρημα.

Εδώ, μέσα από τον συμβολισμό του δέντρου με τις φωλιές, δίνει σε ένα πρώτο επίπεδο μια ερωτική ιστορία, η οποία όσο προχωράει η ανάγνωση φαίνεται πως δεν είναι παρά μόνο ο καμβάς για να προχωρήσει στα επόμενα νοηματικά επίπεδα. Μια ιστορία οικολογικής ευαισθησίας; Ναι, αναμφισβήτητα, μια ιστορία που μας προκαλεί να τοποθετηθούμε με υπευθυνότητα απέναντι στον φυσικό μας χώρο, το φυσικό μας «σπίτι». Σε ένα επίπεδο ακόμη πιο πέρα, πρόκειται για μια «κραυγή» ελευθερίας, όπως βγαίνει από την ψυχή της Μαρίας, της ηρωίδας που επιλέγει να εγκατασταθεί εκεί στη μέση του πουθενά, στον κάμπο με τους κινδύνους, την απομόνωση, στην ουσία διωγμένη από την πατρική εστία, περιφρονημένη και αγνοημένη από τα αδέλφια της, με μόνη συντροφιά της τα πουλιά. Ακόμη πιο πέρα ανοίγει ένα διαφορετικό τοπίο. Στον κάμπο δεν είναι μόνη. Είναι και «εκείνοι», οι παράνομοι μετανάστες, θύματα εκμετάλλευσης από τα αδέλφια της, και ο κατασκευασμένος περίτεχνα φόβος που τους περιβάλλει· ανάμεσά τους ένα αόρατος τοίχος που ξεχωρίζει τους «κανονικούς» ανθρώπους από τους ξένους, τους αλλογενείς. Μόνο που, ως γνωστόν, τα σύνορα είναι για να παραβιάζονται, σε μια παμπάλαια συνθήκη της ανθρώπινης συμβίωσης. Έτσι, η προσέγγιση της Μαρίας με τον Νιζάμ (από την εθνική μειονότητα Ροχίνγκια) που φτιάχνει φωλιές για τα πουλιά, θα ανατρέψει όλο το σκηνικό, θα οδηγήσει στην ακόμη μεγαλύτερη απομόνωση και τον στιγματισμό της Μαρίας, όμως θα φέρει τη γαλήνη, την αγάπη, τον έρωτα την απελευθέρωση των δύο ψυχών. Θα μπορούσε, λοιπόν, να χαρακτηριστεί η συγκεκριμένη γραφή μια ευθεία τοποθέτηση για τον ρατσισμό και τη βία απέναντι στον εκάστοτε έτερο, διαφορετικό.

Η Πριοβόλου σε ό,τι γράφει αφήνει να διαφανεί ένα ιδεολογικό υπόστρωμα, που διαμορφώνει τη στάση της απέναντι σε ό,τι την περιβάλλει, την καθοδηγεί να επιλέξει τι αξίζει να αποτυπωθεί, προς τα πού πρέπει να στρέψει το συγγραφικό της ενδιαφέρον, όχι ως αυτοσκοπό αλλά ως έναν τρόπο να εκφράσει τη δική της συμμετοχή στα προβλήματα του ανθρώπου εν κοινωνία. Η γραφή της, επομένως, είναι ξεκάθαρα και βαθιά πολιτική, πέρα από έτοιμα σχήματα και δεσμεύσεις, όπως αξίζει να είναι η πολιτική στάση ενός ελεύθερου ανθρώπου, που νιώθει χρέος του να μιλήσει με όση δύναμη έχει η φωνή του. Θαρρώ, λοιπόν, πως το απώτερο επίπεδο στο οποίο μας κατευθύνει αναγνωστικά η συγκεκριμένη γραφή (και που χωρίς αυτό κανένα από τα υπόλοιπα επίπεδα δεν θα λειτουργούσε αποτελεσματικά) είναι η συνειδητοποίηση πως εναπόκειται στον καθένα η κατάκτηση της γνώσης στα τρία της στάδια: αρχικά η γνώση του εαυτού μας, κατόπιν η σαφής γνώση του κόσμου που μας περιβάλλει και, τέλος, ως απότοκο των δύο, η γνώση της θέσης μας σ’ αυτόν τον κόσμο.

Οι ήρωες της Πριοβόλου, η Μαρία πρώτα και με τη σειρά του ο Νιζάμ, βρήκαν, βήμα βήμα τη θέση τους στον κόσμο, πέρα από κατασκευασμένα σύνορα, απαγορευτικές ετερότητες και, κυρίως, πέρα από τον παντοδύναμο φόβο. Ακόμα κι αν ο κόσμος τους έμοιαζε να είναι ένα χώρος άχωρος, το «πουθενά» για όλους τους υπόλοιπους, που φάνηκαν αδύναμοι να κατανοήσουν τις βασικές ανθρώπινες αξίες. Η Πριοβόλου συμφιλιώνει τον άνθρωπο τόσο με τη φύση, όσο και με το δικό του ελεύθερο φρόνημα (ικανό να αλλάξει τα πάντα) αλλά και με τον άλλο άνθρωπο, ολοκληρώνοντας την πολιτική του διάσταση, εν τέλει.

Αποσπάσματα

Ξαφνικά μου φαίνεται αλλιώτικος ο κάμπος. Η μαγεία παίρνει νέα διάσταση. Το ποτάμι ζαφειρένιο λάμπει μέσα στο καταλυτικό ηλιόφως και τον όχτο ασημοστολίζουν οι κλαίουσες ιτιές και οι καλαμιώνες. Θέλω να απευθύνω κάπου, σε κάποιον προσευχή, και Εκείνος να μ’ ακούσει. Ασυναίσθητα κατεβαίνει στα χείλη μου μια φράση αποθηκευμένη στο υποσυνείδητο: «Μέγας ει, Κύριε, και θαυμαστά τα έργα Σου». (σ. 189).

 

Αυτός ο κύκλος των εποχών, οι εναλλαγές των αρωμάτων και των χρωμάτων, η γαΐτα που αργοκυλά στον ποταμό, αυτή η αίσθηση ότι υπάρχω μέσα στην πλάση, είναι ο κόσμος μου, ο τόπος μου, η ζωή μου. Είναι η ζωή μου με έναν Ροχίνγκια. Έναν άπατρι, όπως είναι τα πουλιά. (σ. 196).

 

Δημοσιεύθηκε στις 19/09/2023, στο fractal.