Δευτέρα, 27 Σεπτεμβρίου 2021 09:00

Μια εξομολόγηση με πολλές προεκτάσεις, της Διώνης Δημητριάδου

Μια αφήγηση σε δύο επίπεδα επιλέγει η Ελένη Πριοβόλου στο πρόσφατο μυθιστόρημά της (Μια στιγμή μέσα στο χρόνο, εκδόσεις Καστανιώτη). Με τον ρυθμό που καθορίζει η τριτοπρόσωπη αφήγηση (κλασική επιλογή που διατρέχει την πλοκή) στο ένα επίπεδο, με την ενδιαφέρουσα διαπλοκή της πρωτοπρόσωπης φωνής στο δεύτερο επίπεδο, διακόπτεται η ευθύγραμμη χρονική σειρά των γεγονότων και πηγαίνοντας προς το παρελθόν αποκαλύπτονται όσα το παρόν συγκαλύπτει τεχνηέντως. Στο κέντρο της ιστορίας βρίσκεται μια συνέντευξη που η σκηνοθέτις Άσπα Παμπλέκη επιθυμεί να πάρει από τον διακεκριμένο υπαρξιστή φιλόσοφο Φωκά Κορέσιο, για τις ανάγκες ενός ντοκιμαντέρ με θέμα τη ζωή και τη σκέψη του. Πόση αλήθεια, όμως, χωράει σε ανάλογα εγχειρήματα; Πόσο καλά μπορεί να κρύψει αλήθειες σκληρές από τη ζωή του, όποιος βρίσκεται στο προσκήνιο της δημοσιότητας; Αλλά και πόσο διατεθειμένος είναι ο συγκεκριμένος διανοητής να ακολουθήσει την πεπατημένη για να διατηρηθεί αλώβητη η δημόσια εικόνα του; Ο Φωκάς Κορέσιος θα μας εκπλήξει. Και η σκηνοθέτις, με τη σειρά της, πόσο καλά θα ανταποκριθεί μπροστά στις απρόβλεπτες αποκαλύψεις; Αυτά τα δύο πρόσωπα, με τις παράλληλες αντιδράσεις τους, αλλά και τα δύο χρονικά επίπεδα της αφήγησης, θα αποτελέσουν τον καμβά της ιστορίας για την άξια συγγραφέα που ακόμη μια φορά θα αποδείξει πόσο καλά γνωρίζει την τέχνη της γραφής στο δύσκολο είδος της μεγάλης αφήγησης.

Πέρα, όμως, από τις άρτιες τεχνικές της αφήγησης, αξίζει να δούμε πώς η συγγραφέας πίσω από την πλοκή επιτρέπει στον ήρωά της, τον φιλόσοφο Κορέσιο, να ξεδιπλώσει τη σκέψη του και, στην ουσία, να δείξει πώς η φιλοσοφία παρεισφρέει στη μυθοπλασία αναδεικνύοντας έτσι έναν ακόμη τρόπο επεξεργασίας της (ή εκλαΐκευσης ίσως;), όπως συμβαίνει εν προκειμένω με το ρεύμα του υπαρξισμού. Ο Κορέσιος, με όλες του τις ιδεολογικές διακυμάνσεις, τις επιλογές και τα σφάλματα, ακόμη και τα αμαρτήματά του, ξεπροβάλλει ως ανθρώπινη οντότητα μέσα στη μοναξιά της, την απομόνωσή της από τις όποιες ανώτερες δυνάμεις, στην ουσία εγκαταλελειμμένος, άρα απολύτως υπεύθυνος για τις πράξεις του - δηλαδή ελεύθερος. Η τελευταία του επιλογή, να εκμυστηρευτεί στην Άσπα τα μύχια της σκέψης του, να την οδηγήσει σκόπιμα στην επίλυση του γρίφου της ζωής του (ή της ζωής γενικότερα;) απηχεί την απόλυτη ελευθερία του να ορίσει ο ίδιος ως το τέλος αυτό που για κάποιους είναι μοιραία προδιαγραφή ή υπακοή σε ανώτερη βούληση, για τον ίδιο όμως είναι η δική του προαίρεση - για να θυμηθούμε τον αριστοτελικό όρο της απόλυτης ελευθερίας.
Παράλληλα, παρακολουθούμε τη διαμόρφωση της Άσπας, που επηρεασμένη από τη συζήτηση με τον καθηγητή θα κάνει και αυτή τις επιλογές της μέσα στο ειδυλλιακό περιβάλλον του κτήματος στην Αίγινα, εκεί όπου ο Κορέσιος έχει πλέον αποσυρθεί, αποδεικνύοντας έτσι πώς αλληλεπιδρούν οι δρόμοι των ανθρώπων, πώς καθορίζεται η πορεία τους μέσα από τις ουσιαστικές και ειλικρινείς διαπροσωπικές σχέσεις.

Ο καθηγητής είχε επικεντρωμένη τη ματιά του στο ίδιο ακριβώς σημείο με κείνην, αλλά δεν μιλούσε πια. Δεν θεωρούσε σκόπιμο να περιγράψει κάτι. Του αρκούσε που αισθανόταν. Κάποια στιγμή σηκώθηκε. Έριξε μια ματιά στην Άσπα, που δεν έλεγε να κουνηθεί από τη θέση της, και έσπασε τη σιωπή.

«Μια συγκινησιακή στιγμή και κάνει σκόνη την αλαζονεία. Το ζήτημα είναι να μπορείς να συγκινηθείς. Τρεις φορές το ένιωσα αυτό το συναίσθημα. Την πρώτη όταν διάβασα τα ποιήματα του Ελπήνορα, τη δεύτερη την Πρωτοχρονιά του ’46 στο ξενοδοχείο “Lutetia” και μόλις τώρα, καλή μου». […] «Την κοίταξε κατάματα. Το βλέμμα του ακόμα φορτισμένο. Έφηβο βλέμμα. Ανικανοποίητο αλλά και τρυφερό. Πολύπλοκο. Αδιερεύνητο. Δεν μαρτυρούσε ό,τι σκεφτόταν. Παραπλανητικό». (σ. 384-385)]

Η Πριοβόλου, για μια ακόμη φορά έθεσε στο κέντρο του ενδιαφέροντός της το ιστορικό παρελθόν, και το τοποθέτησε ως φόντο στην επινοημένη πλοκή του βιβλίου της. Η αναδίφηση των σημαντικών ιστορικών γεγονότων μπορεί να γίνει με άριστο τρόπο, όπως εδώ, μέσα από ένα μυθιστόρημα που καθόλου δεν προβάλλει ως κυρίαρχο τον ιστορικό του χαρακτήρα. Η ιστορία, όπως παρουσιάζεται μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση του καθηγητή, από τη μεταξική δικτατορία ως τον πόλεμο και κατόπιν ως την πολύπαθη πολιτικά δεκαετία του ’60, με τον έμμεσο τρόπο της μυθοπλασίας, αποδεικνύει τη δυναμική των γεγονότων να εισχωρούν καταλυτικά στη ζωή των ανθρώπων καθορίζοντας τη θέση τους στον μεταβαλλόμενο κόσμο, αναλόγως φυσικά της ικανότητας του καθενός να κατανοεί τη σημασία τους. Και, πράγματι, μέσα από την ιστορία ζωής του Κορέσιου, από τη μύησή του αρχικά σε νεαρή ηλικία και καθ’ υπόδειξη του πατέρα του στη μεταξική φασιστική νεολαία, τη σχέση του κατόπιν με το Ε.Α.Μ., ως τη συναναστροφή του στο Παρίσι των ταραγμένων χρόνων και των πνευματικών αναζητήσεων με τον Σαρτρ και τον Καμύ, βλέπουμε την εξέλιξη της σκέψης του, τη σταδιακή ωριμότητα και εν τέλει τη συμφιλίωσή του με τον εαυτό του, την πίστη του στις αληθινές ανθρώπινες σχέσεις και, κυρίως την επίγνωση πως η ζωή είναι μια πορεία προς την αυτογνωσία, συνεχής και οδυνηρή τις πιο πολλές φορές.

Ακουμπώντας ταυτόχρονα στα ιστορικά γεγονότα -ως πλαίσιο της αφήγησης- και τον φιλοσοφικό στοχασμό -διάχυτο στο βιβλίο, πίσω από τις λέξεις, τις αντιδράσεις των προσώπων, τις επιλογές τους- η Πριοβόλου έχτισε την επινοημένη ιστορία της πάνω σε μια στέρεα δομημένη πλοκή δύο αφηγηματικών επιπέδων. Ένα βιβλίο ευφυούς μυθοπλασίας, χωρίς να είναι ούτε ιστορικό ούτε πολιτικό, ωστόσο να εμπεριέχει και τις δύο αυτές συνιστώσες, σοφά «κρυμμένες» πίσω από τον κύριο στόχο: να γραφεί ένα σημαντικό μυθιστόρημα. Πράγματι, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα της φετινής εκδοτικής παραγωγής, οπωσδήποτε ένα από τα καλύτερά της ίδιας.

Διώνη Δημητριάδου

Δημοσιεύθηκε στο vakxikon.gr.