Δευτέρα, 22 Απριλίου 2019 18:16

"Στη Ζωή Νωρίς Νυχτώνει", από τη Βιβή Γεωργοντακοπούλου

Η Ελένη Πριοβόλου-μια από τις δικαίως πιο αγαπημένες συγγραφείς της ελληνικής πεζογραφίας των καιρών μας-,προσθέτει ένα ακόμα ωραίο πολυφωνικό μυθιστόρημα στο ενεργητικό της,την τρυφερή, γλυκόπικρη, γοητευτική,ξεκάθαρη και τολμηρή στα κοινωνικά της μηνύματα -και γι΄ αυτό εξόχως έντιμη ως προς το γενικό πολιτικό της υπόβαθρο-, ιστορία δυο κοριτσιών που πρώτη φορά συναντιούνται στην ταραγμένη δεκαετία του '60,χωρίζουν με βίαιο τρόπο, χάνονται, τραβά καθεμία τον δικό της δρόμο και ξαναβρίσκονται κάτω από περίεργες και εύθραυστες συνθήκες το 2015.Είναι η ιστορία της Άριας και της Οριάν,που ξετυλίγεται σε μια αφήγηση εξαιρετικά καλά δομημένη, φέρει τον τίτλο "Στη Ζωή Νωρίς Νυχτώνει" και αρχίζει το καλοκαίρι του 1963,όταν και οι δυο αυτές κοπέλες με τις τόσο διαφορετικές οικογενειακές και ταξικές καταβολές κάνουν τα πρώτα τους σωστά αλλά συχνά και παρορμητικά βήματα προς την κατάκτηση της πολυπόθητης προσωπικής ελευθερίας, ενώ γύρω τους ολόκληρη η Ευρώπη,λίγα μόλις χρόνια μετά τον ολέθριο Β'Π.Π.,αλλάζει δραματικά και γρήγορα.

 

Ως πολιτικοκοινωνικές αφετηρίες της παράλληλης και όσο πρέπει πυκνής αφήγησης επιλέγονται από τη μια η επίδειξη ισχύος και σκαιότητας των εξουσιών στο δυτικό και στο σοβιετικό μπλοκ -που ακολουθεί τις δικές του συντεταγμένες και δεν συμπεριλαμβάνεται σε τούτο τον μυθοπλαστικό καμβά-, στα πλαίσια του ψυχρού πολέμου και του ανταγωνισμού των μεγάλων δυνάμεων που φυσικά οι πολιτικές για τα συμφέροντά τους επηρεάζουν μόνον επώδυνα την μετεμφυλιακή Ελλάδα και την εύφλεκτη Μεσόγειο και από την άλλη η συνεχής αναφορά στην ανάπτυξη των ισχυρών κινημάτων ειρήνης από τους λαούς,με πρωτοπόρους στη διεκδίκηση της ειρήνης τους νέους,των οποίων τα αγνά αιτήματα για δικαιοσύνη, ισότητα, ελευθερία κ.ά.δεν αφήνουν αδιάφορες τις ευαίσθητες ψυχές των δυο κοριτσιών του μυθιστορήματος αλλά και κάποιων εκ του περίγυρού τους έστω κι αν η αντίληψη για την ειρήνη εκφράζεται και αποτυπώνεται,και ορθώς, πολύ διαφορετικά στην ιστορία καθεμιάς και του περιβάλλοντός τους.Αυτή ακριβώς η διαφορετική πορεία,σκληρή για την δυνατή Οριάν και κάπως πιο βατή για την αδύναμη Άρια,είναι η μεγάλη ομορφιά του μυθιστορήματος,το κίνητρο να (κατα)γραφεί ως μυθιστορηματικό σύνολο και να περάσει ως λυτρωτική παραμυθία απαλλαγμένη από κάλπικα διδάγματα στους βομβαρδισμένους από αμφίβολης αισθητικής λογοτεχνικά προϊόντα αναγνώστες/πολίτες που μόλις και μετά βίας, θα έλεγα,διατηρούν κάποιες ύστατες ηθικές άμυνες απέναντι στην κρίση και την απαξίωση των ημερών.

Το κουβάρι ξετυλίγεται και τυλίγεται, και ξανά, και πάλι, ως παρελθόν των δυο γυναικών στο΄60 και ως κοινό παρόν στην Αθήνα του '15.Οι ζωές τους πλέκονται εναλλάξ, αποκαλύπτονται και ενώνονται αριστοτεχνικά διά χειρός Πριοβόλου ως πολύ θελκτικές προσωπικές στην αρχή ιστορίες με διακριτά στοιχεία ταύτισης για τους αναγνώστες και πολλές πιθανότητες αναγνώρισης του εαυτού τους ή και οικείων τους προσώπων στα όσα διαδραματίζονται και που στην συνέχεια ενοποιούνται με μαεστρία σε μία ιστορία που ξεγυμνώνει λέξη λέξη το σκληρό πρόσωπο της εξουσίας και την αναλγησία της προς τους πιο αδύναμους ,όμως μαζί δείχνει (η αφήγηση,όχι η...εξουσία) με αμείωτα συγκινητική και σε καμία περίπτωση στερεότυπη και κατασκευασμένη παρρησία λόγου -η Πριοβόλου δεν λανσάρει συνθήματα,θα πω ευθέως ,ούτε κραδαίνει κανενός το κομματικό λάβαρο-,και την αναγκαιότητα της ελπίδας και του αγώνα για έναν πιο ελεύθερο και δίκαιο κόσμο.

Η πορεία των δυο κοριτσιών,της ντροπαλής και άβγαλτης στη ζωή Άριας που ζει καταπιεσμένη,υπό την αδιάκοπη εποπτεία της αυταρχικής,συντηρητικής και λαϊκής της μητέρας και της υποψιασμένης για τα του κόσμου και διανοούμενης Οριάνθης,που ζει πιο ελεύθερα και με ανάλογες συντροφιές ψαγμένων φοιτητών της εποχής και είναι μοναχοκόρη ενός καλλιεργημένου διπλωμάτη με συνετή καρδιά και ανθρωπιστική αντίληψη που δεν μειώνεται στο ελάχιστο σ΄όλη τη πολιτική του διαδρομή στη Μέση Ανατολή,αρχίζει λοιπόν στη δεκαετία του '60,όταν οι δυο τους γνωρίζονται στην Αθήνα της αντιπαροχής,της άκρατης αστυφιλίας,των κινημάτων ειρήνης,της αντιδημοκρατικής πολιτικής ρευστότητας κτλ και αρχίζουν να καλλιεργούν μια ξεχωριστή φιλία που αν και δεν προλαβαίνει να ανθίσει όπως και οι δυο δείχνουν να θέλουν,αυτά τα διαφορετικά για την καθεμιά χρόνια κρατιέται ζωντανή εντός τους μέχρι το σημαδιακό 2015.Τότε που η μοίρα αποφασίζει να ενώσει και πάλι τις τροχιές τους στον χωροχρόνο και τις φέρνει τη μια μπροστά στην άλλη ως μεγάλες πια γυναίκες με παιδιά και εγγόνια,φορτωμένες είναι η αλήθεια και πώς αλλιώς θα μπορούσαν να είναι -αλλά όχι εντελώς λυγισμένες από το βάρος-,με τα δικά της ξέχειλα σακιά ζωής καθεμιά,με τις γλυκιές ή πικρές αναμνήσεις,τους απολογισμούς,τις ενοχές,τις εξαρτήσεις,τους απογαλακτισμούς,τις επιβεβαιώσεις,τις σκληρές ή ανώδυνες ματαιώσεις,τις μικρές ή μεγάλες νίκες και ήττες,τις αρρώστιες,τις αδυναμίες,τις αγάπες,τα όνειρα,τις ελπίδες,τις απώλειες αλλά και την όποια ευτυχία μπόρεσαν να κορφολογήσουν, όταν η ζωή ,αν δεν τη συνέθλιβαν κι αυτήν οι πολιτικές συμπληγάδες,δεν τους την τσιγκουνεύτηκε ή αν εκείνες είχαν στη φρενήρη συγκυρία την κρίση και το ψυχικό,κυρίως,σθένος να την κρατήσουν.

[Από τα κομπλέν και τις σταυροβελονιές του σπιτιού της,βρέθηκε σε έναν χώρο που δεν μπορούσε πριν ούτε καν να τον φανταστεί και ο οποίος καταδείκνυε περίτρανα την αδαημοσύνη της.Για να μη φανεί η ανασφάλειά της,άρχισε να ξεφυλλίζει τα βιβλία που ήταν σωριασμένα δίπλα της.Όλα στα αγγλικά.Σιμόν ντε Μποβουάρ,Ζαν-Πολ Σαρτρ,Τζακ Κέρουακ,Άλεν Γκίνσμπεργκ,Γουίλιαμ Μπάροουζ!...Ονόματα παντελώς άγνωστα. ]

(η Άρια το 1963,σελ.31)

[Στο μυαλό της στροβιλίζονταν ξανά και ξανά τα όσα δραματικά έζησε.Ο θυρωρός-σίγουρα αυτός-τους κάρφωσε,για χρήση ουσιών.Τους συνέλαβαν οι μπάτσοι και τους κουβάλησαν αμέσως για ανάκριση. Τους γύμνωσαν και τους έψαξαν για ναρκωτικά.Την ίδια και τη Ρόη τις οδήγησαν σε ξεχωριστό θάλαμο Υπήρχαν εκεί δυο παράξενα καθίσματα.]

[Δεν ήθελε να γίνει ούτε στο ελάχιστο αντιληπτός από τον πατέρα της ο αληθινός λόγος που άφησε εσπευσμένα την Αθήνα και κυρίως τις σπουδές της. Κάποτε,όταν ακόμα τον ρωτούσε να μάθει για τον ερχομό της στον κόσμο,της είχε πει πως ήταν πλάσμα του έρωτα και είχε προορισμό την αγάπη.Μάταια πια προσπαθούσε να επανέλθει σ΄εκείνη την αίσθηση του καλού κ΄αγαθού.Απώλεσε βίαια τις αθώες σκέψεις της Και μισούσε.Μισούσε οποιονδήποτε ασκούσε εξουσία προς άλλο άνθρωπο,και συμμεριζόταν σαν αδελφή ψυχή όποιον έχει υποστεί τη βία.]

(η Οριάν το 1963,σελ.96,97)

Οι ατομικές ιστορίες της Άριας στην Αθήνα και της Οριάν στη Βηρυτό ενώνονται έξυπνα σε ενιαία και πολύπτυχη αφήγηση που περιλαμβάνει πολλές και καλά ισορροπημένες, από άποψη οικονομίας του λόγου και θεματικού μέτρου, αναδρομές στο παρελθόν και εγκιβωτισμούς μικρότερων ιστοριών που γίνονται με προσοχή και δίχως λεκτικά και λοιπά φληναφήματα,είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες ιστορίες από το παρελθόν και των δυο και δημιουργούν μια πλήρη εικόνα της προσωπικότητας της καθεμιάς ξεχωριστά και πώς έχει λειτουργήσει η μια και πώς η άλλη στον φυσικό τους χώρο αφότου χωρίστηκαν.Έτσι,ως ενιαία πια η ιστορία αποκτά σημειολογική ποικιλία,χαρακτηρολογικό βάθος, δομικό πλούτο και κάνει έναν αφηγηματικό κύκλο δίχως να χωλαίνει και,αφού βάλει για τα καλά στο κλίμα της τον αναγνώστη, επανέρχεται στο παρόν της Ελλάδας της κρίσης το 2015, ορθώς στη φάση αυτή χωρίς να εστιάζει επίμονα στο ελληνικό σήμερα μεμψίμοιρα και ψευδοκατηχητικά αλλά με παραδείγματα από τις ζωές των ηρωίδων παρμένα και αποκαλύπτοντας πώς και πού,πότε και ως έναν βαθμό και γιατί,τόσα στράβωσαν στις διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων και στις οικογένειες την εποχή που σχεδόν σύσσωμη η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας,ως μια νέα, αλλιώτικη και διευρυνόμενη, τάχα, μεσαία τάξη με χαρακτηριστικό της μια τεχνητά διατηρούμενη πείνα στα όρια της εμμονής για κοινωνικοικονομική άνοδο εμπλεκόταν δίχως σύνεση στη κίβδηλη ευμάρεια του καπιταλισμού αλά ελληνικά,κοινώς της αρπαχτής που ταλάνισε βέβαια και τον υπόλοιπο ευρωπαϊκό Νότο αλλά δεν κόστισε ύστερα σε όλον το ίδιο,σε μια εξ αρχής πρόχειρα στημένη,σαθρή και ύπουλη κατάσταση που αποχαύνωσε μαζικά τον καταπονημένο από τις απανωτές συμφορές και τις συνεχείς πολιτικές απάτες ελληνικό λαό από την πρώτη κιόλας μεταπολιτευτική δεκαετία.

Τα παιδιά έχουν δώσει έτσι κι αλλιώς το στίγμα τους.Τις βαριεστημένες στιγμές που την επισκέπτονται δεν χάνουν την ευκαιρία να της υπενθυμίσουν- να την ψέξουν,για την ακρίβεια-ότι μαζεύει μια ζωή σκουπίδια και οφείλει σιγά σιγά να αραιώνει τον χώρο γύρω της.Είναι ξεκάθαρο τι εννοούν.Τη θεωρούν ξοφλημένη.Οιονεί νεκρή.Θέλουν να διαμερίσουν την περιουσία της και επ΄αυτής να ρίξουν κλήρο.Πρέπει λοιπόν να ξανακοιτάξει τα πράγματά της και να τα ξεδιαλέξει.Να μείνουν τα πολύτιμα, μα πάντα σύμφωνα με τη δική τους εκτίμηση.Μπορεί να μην επιθυμούν και τίποτα.Να θέλουν απλώς τον χώρο άδειο για να απλώσουν εύκολα την πρόταση των ΙΚΕΑ και να νοικιάσουν το σπίτι μέσω της Airbnb.Μάλιστα ο πρωτότοκός της,ο Ντίνος,έχει φαγωθεί καιρό τώρα ν΄ανοίξει στο υπόγειο ένα μπαράκι.

(η Άρια,σελ.14)

Πρόκειται για την σε βάθος ενός σημαντικού ιστορικού χρόνου οργανωμένη αφήγηση ζωών,στα όρια μιας δωρικά αλλ΄όχι στεγνά και ψυχρά γραμμένης σάγκας τριών γενεών ανθρώπων καθ΄όλα δυνατό να υπάρχουν, που φυσικά υπήρξαν, υπάρχουν και τώρα δίπλα και γύρω μας,που ενδεχομένως είμαστε οι ίδιοι εμείς ή κάποιοι δικοί μας· ζωών που στρώθηκαν πότε με ρόδα και πότε με αγκάθια-τις πιο πολλές φορές με αγκάθια-,που σπαταλήθηκαν,ίσως,σε ένα πυροτέχνημα καλοζωίας που δεν κράτησε και πολύ και που στα ατομικά και συλλογικά αδιέξοδα που προκάλεσε το άδοξο σβήσιμό του έδειξε την ανηθικότητά του.Ένα ελαφρώς μελαγχολικό μα γενναιόδωρα και καλά από άποψη συγγραφικής ευρηματικότητας χορογραφημένο γαϊτανάκι ετερόκλητων καταστάσεων και προσώπων που χόρεψαν στον έξαλλο σκοπό που κάποιοι άλλοι αποφάσισαν να παίξουν γι΄αυτούς και που πριν ξαναβρεθούν ως μυθιστορηματικοί ήρωες στην Αθήνα του σήμερα,κινήθηκαν με γενναιότητα -εκείνη που καθένας μπορούσε-,σε διαφορετικά μήκη και πλάτη του πλανήτη,από την φοβερή αρχίζοντας εκείνη δεκαετία του καραμανλικού παρακράτους και των αδικαίωτων Λαμπράκηδων μέχρι και το 2015 -που τείνω να το θεωρήσω ως πολύ κομβική χρονιά για τη σωστή περιοδολόγηση των ιστορικών περιδηνήσεων που βιώνουμε κι εμείς οι νεώτεροιτώρα-,κι από τον μακρινό Καναδά -όταν στήθηκε ο αντιδικτατορικός πυρήνας υπό τον Ανδρέα Παπανδρέου στο Τορόντο και άλλους που έφυγαν για να γλυτώσουν από το μένος των συνταγματαρχών-,μέχρι και τον μακρινό και τόσο κοντινό μας Λίβανο του΄70 και του΄80 που θυσιάστηκε αλύπητα στο σφαγείο της Μέσης Ανατολής το βυθισμένο μέχρι και σήμερα στο αίμα χιλιάδων αθώων.

Στα ερωτήματα που αναφύονταν διαρκώς ένεκα της δράσης του Εμίλ,της έδωσε όλες τις αναγκαίες απαντήσεις.Της είπε πως μετά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1952,όταν πρόεδρος του Λιβάνου ήταν ο Μαρωνίτης Καμίλ Σαμούν,η ευνοϊκότερη μεταχείριση των χριστιανών ήταν εμφανής σε κάθε τομέα της πολιτικής και οικονομικής ζωής της χώρας.Έτσι άρχισαν και οι αντιδράσεις των μουσουλμάνων,οι οποίοι αυξάνονταν πληθυσμιακά.Η διαμορφούμενη κατάσταση τους οδηγούσε στην απαίτηση να συνδεθεί ο Λίβανος με την Ηνωμένη Αραβική Δημοκρατία,ήτοι την Αίγυπτο και τη Συρία.
Το 1958 η χώρα βρισκόταν στα πρόθυρα εμφυλίου πολέμου.

(η Οριάν,σελ.252,253)

Στο οπισθόφυλλο διαβάζουμε ότι η Άρια και η Οριάνθη, ανταμώνουν πρώτη φορά το καλοκαίρι του 1963 από κάποια ευλογημένη συγκυρία, αλλά ένα μοιραίο γεγονός διακόπτει πρόωρα την εξελισσόμενη φιλία τους. Οι δυο κοπέλες χάνονται μέσα στα δράματα που η ζωή τούς επιφυλάσσει και καθεμιά στον δικό της κύκλο της της Ειμαρμένης παρασύρεται από τους στροβίλους των γεγονότων. Η Οριάνθη σαφώς τραυματικά, η Άρια λιγότερο οδυνηρά. Ύστερα από πολλά χρόνια, οι συμπτώσεις τις φέρνουν και πάλι κοντά, για να αφηγηθούν η μια στην άλλη -και στα παιδιά και τα εγγόνια τους πια-,τις ιστορίες τους και να αντιληφθούν ότι όλα όσα έζησαν μοιάζουν σαν να μην τα βίωσαν οι ίδιες αλλά κάποιος άλλος, θαρρείς και κινούσε τα νήματα της ύπαρξής τους ένας αόρατος, ραδιούργος κουκλοπαίκτης.

Η Ελένη Πριοβόλου -ταλαντούχα και ευρηματική συγγραφέας,το ξαναλέω, που ακούραστα και με σπάνιο,έντιμο και πολύ καθαρό λόγο υπηρετεί σεμνά και σχεδόν αθόρυβα τα ελληνικά γράμματα από το 1986-, έχει αποθέσει στην ιστοσελίδα της αντί βιογραφικού τα παρακάτω εξομολογητικά, και σοφά μέσα στην ειλικρίνειά τους, λόγια:

Βρήκα από πολύ νωρίς καταφύγιο στις λέξεις. Αυτό το εκμαγείο της κρυμμένης αλήθειας του κόσμου, φανερού και αφανούς. Εκεί ξεσπούσα τους φόβους μου, τις αναζητήσεις, τα οράματά μου. Αυτές με προστάτεψαν από την πεζή καθημερινότητα. Οι δικές μου λέξεις, από το πρωτόπλαστο παραμυθικό μου ιδεώδες,αλλά και οι λέξεις των συνοδοιπόρων δημιουργών, που μου προσέφεραν στιγμές αναγνωστικής απόλαυσης και με σημάδεψαν, αποτελούν συντροφιά και καταφυγή. Έτσι κυλούν τα χρόνια, γράφοντας παραμύθια και όνειρα για μικρούς και μεγάλους. Και αν καμιά φορά τα όνειρα γίνονται σκληρά και αν από τις λέξεις μου κυλάει το αίμα, αυτό γίνεται γιατί έτσι είναι ο κόσμος.

Ο κόσμος λοιπόν είναι ο μαγικός,λαβυρινθώδης αποταμιευτήρας ιδεών τής συγγραφέως και από την ομορφιά αλλά και την ασχήμια του,την συνθετότητα και την ώσμωσή του ανά τους αιώνες αντλεί υλικό για να πλάσει τους ήρωες κάθε της ιστορίας, φιλτράροντάς τους μέσα από την δική της ήρεμη και φιλοσοφημένη αγάπη για το πάσχον ανθρώπινο υποκείμενο σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης και εμπλουτίζοντάς το με την ακούραστη διατύπωση τής πεποίθησής της ότι μπορεί η ανθρωπότητα να βαδίσει προς το φως παρά τις αντιξοότητες που βρίσκει-πώς αλλιώς;-καθένας μας στην μικρή του μα όχι ασήμαντη ζωή,που δεν είναι παρά ένας ακόμα πολύτιμος κρίκος στην ίδια μεγάλη αλυσίδα του Σύμπαντος.
Όταν αυτό το αποδεχτούν οι διάφορες φανερές και μη εξουσίες-και γι΄αυτή την ειρηνική αποδοχή παλεύει και εκείνη με τον συγγραφικό της λόγο-,και βεβαίως και ο ίδιος σε κάθε μικρή και μεγάλη ιστορική συγκυρία, τότε ίσως,ίσως,ο μικρός μεγάλος μας κόσμος γίνει κατά τι δικαιότερος και άρα καλύτερος για κάθε πλάσμα που ζει εντός του.Η Ελένη Πριοβόλου γράφει αγαπώντας τον άνθρωπο, δίνοντάς του φως από το δικό της. Τον εντάσσει στον καμβά των ιστορικών ανακατατάξεων της εποχής του και των αναζητήσεων της ύπαρξής του μα δεν κατασκευάζει σκηνογραφίες με πιασιάρικα -ας μου επιτραπεί η φράση, άλλωστε δεν την αφορά ούτε στο ελάχιστο-,σκηνικά και ευκολοφόρετα κουστούμια.
Γράφει ερευνώντας τη συλλογική Ιστορία κάθε φορά που αφηγείται τη μικρή ή μεγάλη ιστορία των καθημερινών ανθρώπων που συνήθως διαλέγει ως ήρωες και που θέλει να μοιραστεί τα της ζωής τους με τους αναγνώστες.Μπαίνει θαρρετά στα σκοτάδια της Ιστορίας,τα σκαλίζει,βρίσκει και σπάει τα αποστήματα.Λέει τα πράγματα με τ΄όνομά τους και δεν διστάζει να πάρει θέση στο πλευρό των αδυνάτων,πάντα, δίχως όμως να τους χαϊδεψει τα αυτιά αν δεν στάθηκαν άξιοι των περιστάσεων μα ούτε και να τους κουνήσει κατηχητικά το δάχτυλο επειδή φοβήθηκαν στα δύσκολα· η συστράτευσή της με τις δυνάμεις εκείνες που πασχίζουν για την επικράτηση της ειρήνης και της αγάπης προς τον άνθρωπο δεν γίνεται με μομφή,έπαρση και κατηγόρια αλλά με νηφαλιότητα, διάκριση και σεβασμό στη διαφορετικότητα.Δεν μπορώ παρά να την επαινέσω.Έτσι απλά.

Βιβή Γεωργοντακοπούλου.

 

Δημοσιεύθηκε στη Λέσχη Ανάγνωσης του "Degas", στις 19,04,2019